Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Η ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΙΛΗ

(ΑΠΟ ΤΟ E-BOOK 'TO ΜΑΓΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ"
Η γλώσσα είναι κατ' αρχήν υπόθεση προφορική.

Οι πρώτοι που ανέπτυξαν όπως φαίνεται γραφή ήταν οι Σουμέριοι. Ο ήλιος, ο αποσπερίτης ή ένα φίδι γίνονται ως εικόνες σύμβολα αναγνώρισης του θεού. Οι πινακίδες από άργιλο που βρέθηκαν στην Μεσοποταμία με τελείες και κύκλους δίπλα σε εικόνες από πρόβατα, στάχυα ή αγελαδοκεφαλές ήταν τα πρώτα ...λογιστικά βιβλία του κόσμου, όταν δεν υπήρχε Εφορία και ΦΠΑ. Είναι σαφές ότι οι "λογιστές" της εποχής ήταν και ζω-γραφείς!

Η αληθινή γραφή αρχίζει εκεί που τελειώνει η εικονογραφία.

Αυτό που έχει μεγάλη σημασία για την γλώσσα και την γραφή είναι η σχέση που αναπτύσει- και που θα αναπτύξει χάρη στους κομπιούτερ- με τον ήχο. Δεν είναι σύμπτωση πως η λέξη φωτιά (fire) αρχίζει με ένα γράμμα που αναπαριστά τον ήχο που κάνουμε όταν φυσάμε για να ανάψει η φωτιά:φφφφφ! Ολες οι σχετικές λέξεις αρχίζουν από φ: φως, φλόγα, φυσάω, φέγγω, φεγγάρι, φούρνος, φαγητό, φακός, φανάρι, φυτίλι, φουγάρο, φάρος.


Οι σημερινοί άγγλοι λένε fire, οι γερμανοί feuer, οι ισπανοί fuego -που είναι σχεδόν το ελληνικό φέγγω, oi ρουμάνοι foc όπως ο φακός και το focus, οι γάλλοι fuo. Ακόμα και όλα όσα ακολουθούν την φωτιά ή το φως, αυτά που φαίνονται όπως η φάτσα, φάσμα, φήμη, φιγούρα, φιλμ, φλάς, φίρμα αρχίζουν από το χειλικό φ που απεικονίζει και την αντίστοιχη προσπάθεια να ανάψουμε με ένα ήχο τη φωτιά με τα χείλη. Τελικά οι φακές και τα φασόλια που χρειάζονται τη φωτιά παίρνουν το φ όπως κάθε τι που ζεσταίνει όπως η φλοκάτη και η φωλιά.

Μια αόρατη γραμμή μέσα στους αιώνες ενώνει την φρυγανιά με το φρύγανον το ξηρό ξύλο που κάνει την φωτιά να φουντώνει, τον φρυκτό, τον δαυλό και τον φρυκτωρό τον φρουρό της φωτιάς ή τον φύλακα που φρυκτωρέει, δίνει σήματα με πυρσούς.

Τελικά η ζεστασιά της εστίας που δημιουργεί η φωτιά θα περάσει και στην φωλιά, τον φωλεό πού είτε ως κατοικία αγρία ζώου είτε ως σπηλιά περιέχει κάτι από την λάμψη της φωτιάς η οποία είναι το μυστικό, το ιδανικό της φυλής ώστε φως να σημαίνει γεναίος άνδρας αλλά και θνητός.

Αυτό πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις για λέξεις όπως φίλος, φύλακας, φιλία που δεν σημαίνουν φωτιά αλλά κάτι που περιέχει η φωτιά και το γράμμα φ: ζεστασιά, προστασία, ασφάλεια.

ΑΝΑΦΗ- ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ





Ο ΗΛΙΟΣ ΠΑΙΖΕΙ ΜΕ ΤΟ ΝΕΡΟ. ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΔΕΝ ΧΤΥΠΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑ. ΣΤΗΝ ΑΝΑΦΗ ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ. ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ Ο ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ ΕΡΧΕΤΑΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΤΟΝ ΧΙΤΩΝΑ ΠΟΥ ΞΕΧΑΣΕ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΒΡΑΧΟ, ΑΛΛΑ ΞΕΧΝΑ ΝΑ ΓΥΡΙΣΕΙ ΣΠΙΤΙ.
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑΚΑ ΒΡΑΧΙΑ ΟΙ ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΚΟΜΗ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΠΟΥ ΝΑΥΑΓΗΣΕ Ο ΙΑΣΟΝΑΣ, ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΜΕΝΟΙ ΣΕ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ.







Με 33 βαθμούς Κελσίου ο ήλιος έκανε ότι μπορούσε για να έρθει μαζί μας. Μας ακολούθησε ως την Αίγινα, ώσπου κουράστηκε και με ένα ιπποτικό μωβ ηλιοβασίλεμα μας αποχαιρέτησε. Το «Βιτσέντζος Κορνάρος» ήταν πιο γρήγορο. Δυο γιαπωνέζοι πίνουν «Ηβη». Ενας «Βίκιγκ» άπλωσε στο κατάστρωμα μια αιώρα. Το ταξίδι για την Ανάφη θα είναι μεγάλο.

Ο ήλιος έβγαζε τώρα αόρατος αποχρώσεις που δεν μπορεί να πετύχει με τίποτα η Vivelac. Οταν περάσαμε την Κύθνο άνοιξα τον χάρτη. Κάπου βαθειά στο πέλαγος, κάτω από την παράλληλη του Πουθενά περίμενε υπομονετικά ένα νησί, που έχει, λένε, ένα βράχο τόσο όσο αυτός του Γιβραλτάρ.

Εδώ καταμεσής στο πέλαγος, οι Αργοναύτες θαλασσοπνίγηκαν κάποτε καθώς γυρίζανε από την Κολχίδα. Ο Απόλλωνας με μια αστραπή έφτιαξε ένα νησί εκεί που δεν υπήρχε τίποτα για να τους σώσει. Από τότε η Ανάφη είναι το Νησί του Ιάσονα, όπως η Ιθάκη είναι το νησί Οδυσσέα. Μετά ή πριν την Σαντορίνη, ανάλογα με το δρόμο που θα επιλέξεις η Ανάφη μοιάζει να είναι η τελευταία ευκαιρία. Ενα νησί αναπάντεχο, εκεί που δεν περιμένεις τίποτα.

Στο λιμάνι, ένας αυθεντικός χίππης του '60 μας υποδέχεται. Κρατάει ένα ραβδί με ένα στάχυ. Φοράει ένα ρούχο μεταξύ χλαμύδας και πετσέτας με ένα ζωγραφισμένο ήλιο. Το “Ρομίλντα” φεύγει σαν να περπατάει στα νύχια για να μην ξυπνήσει τους γείτονες. Το κινητό βγάζει την ένδειξη “ΧΩΡΙΣ ΚΑΛΥΨΗ ΔΙΚΤΥΟΥ”. Καλώς ήλθαμε στην Ανάφη.

Ο χρόνος στην Ανάφη σταματάει. Κάποτε ο Οθωνας έφυγε από την Ελλάδα, αλλά οι Αναφιώτες το έμαθαν την επόμενη χρονιά! Το πλοίο καμμιά φορά ξεχνάει να πάει! Η Σαντορίνη ακολουθεί το πλοίο όσο μπορεί, αλλά ξαφνικά χάνεται μέσα στο πέλαγος. Ο άνεμος είναι τόσο δυνατός που λές πως το πλοίο θα βυθιστεί όπου νάναι. Απόκρημνα βουνά φαίνονται ξαφνικά εκεί που “λογικά” δεν θάπρεπε να υπάρχει τίποτα. Ξαφνικά εμφανίζεται με αναίδεια, ανεβασμένη στο βουνό, η Ανάφη. Σκαρφαλωμένη στην κορυφογραμμή ενός δικού της ορίζοντα με φόντο τον ουρανό η Ανάφη μοιάζει να περιγελά το πέλαγος.

Ενα λεωφορείο ανεβαίνει την ανηφόρα που συνδέει το λιμάνι με την Χώρα. Τα σπιτάκια έχουν ιδιόμορφες καμάρες. Είναι θέμα χρόνου να μνάθεις πως οι Αναφιώτες ήταν καλοί χτίστες. Ο Οθωνας τους κάλεσε να φτιάξουν το Παλάτι και τους παραχώρησε κάτω από την Ακρόπολη μια περιοχή που την έχτισαν με το δικό τους τρόπο. Τα περίφημα Αναφιώτικα στην Πλάκα. Μια κυρία, διηγείται πως η μαμά της ήρθε εδώ το 1968 και μνημονεύανε στην εκκλησία ακόμα τον Οθωνα!

Η Χώρα στέκεται με αυτοπεποίθηση σαν κορώνα πάνω στον βράχο. Και τότε παρατηρείς τα φουρνόσπιτα. Ψηλά όσο το σπίτι, κολλημένα με αυτό είναι μια ιδιομορφία του νησιού. Περπατώντας στα σοκάκια της έχεις την αίσθηση ότι έχεις μπει στο σπίτι κάποιου. Η Χώρα είναι ένα πολύ μικρό χωριό, δεν έχει πολλά μαγαζιά, ένα έως κανένα μπαρ, δύο μπακάλικα που πλέον λέγονται mini market και αρκετά ταβερνάκια. Σε όλο το νησί έχεις την αίσθηση ότι κάποιος σε παρακολουθεί. Ακόμα και στις πιο απομονωμένες παραλίες. Στην Ανάφη δεν υπάρχει καθόλου η αίσθηση του ιδιωτικού. Στις παραλίες αργοναύτες κυκλοφορούν με μαγιό και όπου νάναι θα εμφανιστεί λες και ο Απόλλωνας.

Τα σπίτια είναι συγκεντρωμένα όλα γύρω από ένα «κεντρικό» δρόμο. Μοιάζουν με σωματοφύλακες ενός βράχου που δεσπόζει στην κορυφή. Μια προσεχτική ματιά δείχνει πως πάνω στο βράχο είναι χτισμένο ένα μικρό εκκλησάκι. Τα εκκλησάκια εδώ είναι πολλά και παράξενα. Δεν καταλαβαίνεις αν είναι μεγάλα εικονίσματα ή πολύ μικρά εκκλησάκια. Στο τέλος αυτού του δρόμου είναι η πλατεία. Θάλεγες πως το νησί είναι έρημο και αποτελείται μόνο από το λιμάνι και την Χώρα, αν ξαφνικά δεν εμφανίζονταν σπίτια μέσα στο πουθενά δίπλα στα ερείπια παλιών «κατοικιών».

Ανάμεσα στα μικρά βουνά σχηματίζονται μικρές «κοιλάδες» μέσα στις ρεματιές με μικρή βλάστηση. Μερικοί συνεχίζουν ακόμα να καλλιεργούν αμπέλια και μποστάνια. Παντού μυρίζει θυμάρι. Ακολουθώντας αυτούς τους δρόμους ο επίμονος και σκληρός ταξιδιώτης θα βρεθεί σε μυστικές παραλίες. Παντού υπάρχουν πινακίδες που απαγορεύουν το κάμπιγκ και τον γυμνισμό. Ωστόσο το νησί προσφέρεται για κάμπιγκ και πρωτόγονες διακοπές και στον Ρούκουνα υπάρχουν πολλοί κατασκηνωτές.
Ακολουθώντας τα ίχνη του Λεωφορείου το οποίο κινείται προς το μοναστήρι ...άδειο, σαν τρένο του μυστηρίου, περνάμε από την αρχαία Πόλη. Ενα μοναστήρι χτίστηκε πάνω στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα. Εδώ έφτασαν οι Αργοναύτες. Τα βράχια είναι απότομα. Πέτρες και ξερολιθιές. Ενα μονοπάτι οδηγεί στον αρχαίο ναό και μια ...Δρακοντοσπηλιά. Αν είστε δυνατός εξερευνητής ακολουθείστε αυτ'η την διαδρομή. Εγώ την παρακάμπτω. 1ον γιατί είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχουν δράκοι. 2ον γιατί μπορεί να υπάρχουν!

Πάνω σε ένα τεράστιο βράχο βρίσκεται αναπάντεχα ένα άλλο μοναστήρι. Χτίστηκε το 1600. Η Μονή της Καλαμιώτισσας χτισμένη μέσα στο βράχο φαίνεται πως από στιγμή σε στιγμή θα πέσει στην θάλασσα. Απο δω βλέπεις τα πάντα. Η Χώρα μοιάζει σαν πολυκατοικημένος φάρος. Ισως εδώ να πιάνει το κινητό, αλλά πριν πας στην Ανάφη, πρέπει να πετάξεις το κινητό σου.

Το νησί είναι ένα είδος Αγίου Ορους. Η Παναγία συνυπάρχει με τον Απόλλωνα και δράκοντες σε ένα νησί που ο μεγαλύτερος άγιος είναι ο Ηλιος. Για να έρθεις εδώ πρέπει να απαρνηθείς την ...κοσμική ζωή. Μια επιγραφή του 1929 σε ένα δρομάκι και μερικά βιβλία στην βιβλιοθήκη σε πληροφορούν πως η Ανάφη ήταν τόπος εξορίας. «Από τους πιο σκληρούς τόπους εξορίας» μου λέει αργότερα ο Σταύρος. «Ηταν εδώ ο παππούς μου. Για να έρθεις εδώ, ήσουνα ξεγραμμένος».

Παρατηρώ από το «Αστραχάν», ίσως το καλύτερο παρατηρητήριο, που λειτουργεί ως ταβέρνα, το Αιγαίο. Νιώθω ότι σ΄αυτό το νησί αν δεν φύγεις αμέσως ....θα μείνεις για πάντα. Οι Αναφιώτες δεν μιλάνε πολύ. Κυττάζουν το πέλαγος και σωπαίνουν. Ολα έχουν μια άλλη διάσταση εδώ. Ο χρόνος μοιάζει να διαστέλλεται. Κανένας δεν βιάζεται εδώ. Το μοναδικό μηχάνημα της ΑΤΕ δεν λειτουργεί. Θα το φτιάξουν όμως αύριο! Το βενζινάδικο όταν λέει έξι εννοεί επτά. «Γιατί το λέτε Αστραχάν» ρωτάω τον ιδιοκτήτη. «Είναι το παρατσούκλι μου, επειδή έτρεχα πολύ!» μου λέει. Και γυρίζει ξανά το βλέμα προς το πέλαγος.

Περπατώντας το μεσημέρι – τα λίγα μαγαζιά έχουν σιέστα- νομίζεις ότι δεν μένει κανείς. Ανάμεσα στις ξερολιθιές πέρα μακρυά βλέπεις που και που να ξεπετάγονται φιγούρες που δεν γνωρίζεις αν είναι τουρίστες, πειρατές ή Αργοναύτες. Και ξαφνικά το βραδάκι ο κεντρικός δρόμος γεμίζει κόσμο. Οι γέροι μαζεύονται στις «Αναφιώτικες Γεύσεις», ψητοπωλείο που κάνει delivery κι ακούνε νησιώτικα και μαντινάδες. Τα παιδάκια παίζουν μπάλα σε ένα πλάτωμα του δρόμου φωνάζοντας «Αντε ρέ». Μικρές μπαλιές. Αν η μπάλα φύγει από δω θα φτάσει χιλιόμετρα μακρυά στο λιμάνι. Την ώρα που κάθισα εγώ η αυτοσχέδια ομάδα μόλις είχε σπάσει μία από τις λάμπες της κολώνας της ΔΕΗ. H Aνάφη έχει γυμνάσιο, λυκείο και περίπου εκατό άνθρωποι μένουν εδώ τον χειμώνα.

Οταν το βράδυ έρχτεται οι εποχές ενώνονται στα στενά σοκάκια. «Και μένα μούχουνε πει για μαύρες γάτες» λέει ένας πιτσιρικάς. Σε μια πόρτα παλιού σπιτιού διαβάζω «Μ+Λ=Love». Με κιμωλία. Από τα μικρά σπιτάκι ξεπηδούν νύμφες έφηβες με μπλου τζιν και περπατάνε στις πλάκες της μικρής Αγοράς με ναρκισισμό και αυτοπεποίθηση. Από το «Στέκι» ακούγονται ρεμπέτικα: «Τα κάστρα του Γεντικουλέ». «Αλήτης εγεννήθηκα κι αλήτης θα πεθάνω». «Ολα πληρώνονται τα λάθη στη ζωή». «Τέτοιο σφάλμα, δεν το ξανακάνω πιά». Το μαγαζί διαθέτει και δύο ναργιλέδες. Ημουνα έτοιμος να δοκιμάσω, αλλά εκείνη την στιγμή, πάλι από το πουθενά εμφανίστηκε ο Τζέραλντ. Τις μισές μέρες της περνά στην Οξφόρδη και τις άλλες μισές στις «Κυκλάδες». Η Ανάφη είναι η αγαπημένη του. Αυτός με μυεί στην θρυλική ιστορία της και μου δείχνει το βιβλίο του. Γνωρίζει που είναι η πηγή, που είναι η σαρκοφάγος και πόσα χιλιόμετρα απέχει η Μονή από την Χώρα και το Κλεισίδι απ΄οτο λιμάνι. Εχει περπατήσει όλο το νησί με τα πόδια. Ενας άλλος περιηγητής το 1885, έγραψε για την Ανάφη πως είναι μια αγνή κηλίδα μες τα κύμματα.Πως είναι το νησί του ανατέλοντος ηλίου.Η το νησί της ανταρσίας του ήλιου.

Ο Τheodore Bent ερχόταν εδώ τότε και ήταν φίλος με τον δραγουμάνο Ματθαίο Σίμο. Τον εντυπωσίασαν αυτοί οι φανταστικοί ηφαστειακοί βράχοι. Το νησί είχε τότε χίλιους κατοίκους. Πάνω στο rocky μοναστήρι της Καλαμιώτισσας ο θεός του Ηλιου ο Απόλλωνας μάλλον είχε (ξε)χάσει ακόμα τον μανδύα του. Τον εντυπωσίασε που οι άνθρωποι προσεύχονταν για να βρέξει και προσπάθησε να ξεδιαλύνει τον ρόλο του Προφήτη Ηλία και την σχέση του με τον ήλιο.
Ο ναός του Αιγλίτη του Απόλλωνα του Αναφαίου είναι εδώ, αλλά το άγαλμα του βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Εκλάπη από τον Ναό από αρχαιοκαπήλους βρεττανούς «περιηγητές». Πουλήθηκε στο βρετανό αξιωματούχο Strangford το 1740. Το 1864 οι κληρονόμοι του το δώρισαν στο Βρεττανικό Μουσείο. Οι Αναφιώτες το θέλουν πίσω.

Το βράδυ στο Κλεισίδι στην ταβέρνα της Μαργατίτας με περίμενε μια έκπληξη. Η Κρίστυ Στασινοπούλου και ο Στάθης Καλυβιώτης! Γυρίζουν όλο τον κόσμο και μαζεύουν ήχους. Τα καλοκαίρια μένουν εδώ. Οι κάτοικοι τους θεωρούν Αναφιώτες. Γνωρίζουν όλο τον κόσμο με τα μικρά τους ονόματα. Ρωτάνε για τον Μανώλη που παίζει τσαμπούνα. Μένει στο πίσω μέρος του νησιού. Συχνά κατέβαινε με το γαϊδουράκι και την τσαμπούνα του. Τελευταία όμως είναι λίγο άρρωστος.

Είμαστε λίγα μέτρα από την θάλασσα. Η θάλασσα τραγουδάει φτιάχνοντας μουσική μόνο για μας. Τελικά ο χίππης είναι γερμανός ζωγράφος. Ενας άγγλος είναι φαν της Κρίστυς. Ο Πέτρος και το κορίτσι του πλησιάζουν την παρέα. Το Κλεισίδι το βράδυ είναι μαγευτικό. Ενα πλοίο με πολλά φωτά εμφανίζεται από το πουθενά. Ενα πλοίο- μυστήριο. « Μας την έπεσε ο Μπαρμπαρόσα» λέει ο Πέτρος.

Η συζήτηση περνάει από την κρίση της μουσικής στους Σουμέριους κι από τον Τζίμ Μόρρισον στον Χριστό. Ο Μπαρμπαρόσα, οι Ινδίες, οι αρχαίοι έλληνες και ο Απόλλωνας εμπλέκονται σε ένα συμπόσιο με αναφιώτικο κρασί που σερβίρει η Μαργαρίτα. Ο χρόνος σταματά. Ολοι έχουμε γίνει μια παρέα καθώς τα δέντρα χορεύουν ανάλογα με το ρυθμό του κύματος. «Τελικά ο Χριστός ήταν ιστορικό πρόσωπο;». O Aπόλλωνας σκύβει να μας ακούσει. Η Μαργαρίτα φεύγει χωρίς να κλείσει. Το βράδυ προχωράει, αλλά ο χρόνος έχει σταματήσει εδώ. Ολα στο Κλεισίδι το βράδυ μοιάζουν με παραμύθι.

Το άλλο πρωϊ από τον Hotel Apollon βλέπεις τον βράχο της Μονής της Καλαμιώτισσας. Αισθάνεσαι ότι αναπνέεις. Μπορείς να καταλάβεις μυστικά νοήματα γραμμένα στην άμμο που ο άνεμος σβήνει αμέσως. Η Ανάφη είναι έξω από τον τρέχοντα χρόνο. Τίποτα από όσα συμβαίνουν γύρω της δεν έχει σημασία. Ακόμα και το να μαζεύεις κοχύλια στις Πρασιές ή να φωτογραφίζεις τα κύμματα μοιάζει ανόητο. Η μαγεία είναι αλλού και δεν μπορεί να την συλλάβει μια Nikon. Η θάλασσα, ο ήλιος, ο άνεμος, το φεγγάρι και η άμμος συνεργάζονται να σε μυήσουν σε μια θρησκεία αναφιώτικη. Οι θεοί εδώ είναι το Φως και ο Ηλιος.

Το πρωί, το Κλεισίδι, δεν γνωρίζει τίποτα από ότι σου συνέβη. Η Ανάφη κυκλοφορεί στις παραλίες της ανήξερη. Οι Μικρές νύμφες με μπλου τζιν εμφανίζονται στην παραλία, ολοίδιες με αυτές που συνάντησε εδώ ο Ιάσονας και έκανε για πρώτη φορά την Μήδεια να ζηλέψει. Το κινητό, μπορεί να τα καταστρέψει όλα, αλλά ευτυχώς δεν χτυπά. Το απόγευμα ο βράχος της Ανάφης συνομιλεί με το Γιβραλτάρ. Η Νύχτα συνεπής στο ραντεβού της έρχεται. Η μέρα φεύγει με ένα μεθυστικό ηλιοβασίλεμα καθώς το νερό παίζει με το φως. Θα συναντηθούν πάλι το πρωί. Κάπου εδώ είναι η Χαμένη Ατλαντίδα. Ο Απόλλωνας έρχεται να πάρει τον μανδύα του αλλά τελικά μένει ως το πρωί. Η Ανάφη τότε ξυπνάει. «Καλημέρα» της λέει η Σαντορίνη. “Τι ώρα είναι;» «Εξι» απαντάει η Ανάφη. «Πρέπει να ξυπνήσω!». «Εξι!!!» λέει η Σαντορίνη. «Πρέπει να πάω για ύπνο».


*ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ VOYAGER







ΕΤ 1

Η ΕΤ1 σε αντίθεση με άλλα κανάλια δεν εκπέμπει μια εικόνα τριτοκοσμικής χώρας. Ας πούμε είναι όμορφη, έξυπνη, καλλιεργημένη. Άρα, πρέπει να κλείσει. θα μπορούσε να το κάνει μια ξένη κατοχική δύναμη. Την κλείνει ο Μόσιαλος.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ

Είναι πολύ σκληρή η τιμωρία της Ελλάδας από την Μάργκαρετ για ένα μικρό παλιό στραβοπάτημα του Ανδρέα.

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2011

ΧΕΡΙ - ΧΕΡΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ

 Ανεξάρτητα εντελώς από το περιεχόμενο του νέου νόμου πλαίσιο -που αναιρεί έναν άλλο νόμο πλαίσιο του ΠΑΣΟΚ- η επιλογή της κυβέρνησης να εξασφαλίσει συναίνεση με το ακροδεξιό κόμμα, δεν διώχνει τους "καταπατητές" του ασύλου. Ανοίγει την πόρτα στα πανεπιστήμια να εφαρμόσουν οι φασίστες τον δικό τους νόμο.

TO ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΟΘΩΝΑ

O Παπανδρέου ο Γ, πρίγκηπας μιας δυναστείας, που εκπροσωπούσε τον λαό, δεν αισθάνθηκε ποτέ την Ελλάδα ως πατρίδα, αλλά ως αποικία που έτυχε να είναι η πατρίδα του παππού του. Μια υπανάπτυκτη χώρα που έπρεπε να αναμορφώσει διαπλάθοντας τον λαό της ώστε να γίνει η Δανία του Νότου. Ο Πρίγκηπας, όταν έγινε κυβερνήτης επέλεξε αντί για τον Λαό να στηριχθεί στους ξένους. Ως ξένος ήλθε, ως ξένος θα φύγει. Όπως ο Όθωνας.

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΡΟΥΧΩΝ


Να φορέσω εσθήτα,
 μπούρκα, ή φέσι;

 Αν δεν φοράτε χλαμύδα, φουστανέλα ή περισκελίδα
τότε φοράτε σλιπ, μποξεράκι,   μπλου τζίν ή τι-σέρτ.
Στράπλες, μοντγκόμερυ, ταγιέρ, σαμπό.
Σκαρπίνια, μαγιό, ζυπ- κυλότ, ανοράκ, πελερίνες
και ζιλέ.

 Ολες οι λέξεις για τα ρούχα είναι εισαγόμενες
 όσο  τα ρούχα είναι εισαγόμενα. Όταν δεν είναι
ένα προιόν εισαγόμενο τότε είναι… made in Greece!

 Οι πανκς της Αγγλίας μιλούσαν μέσα από το ντύσιμο και τα ρούχα τους. Ενα σκουλαρίκι και μία παραμάνα είναι γλώσσα. Η γραβάτα δηλώνει πως είμαι κυριλέ, γιάπης, σοβαρός, κομφορμιστής. Το  τζάκετ της μεταπολίτευσης πως είμαι επαναστάτης.

  * Τα ρούχα φοράνε μηνύματα που εγχαράσουν στο σώμα της επίσημης γλώσσας με σκοπό να την …κάνουν ρόμπα. Άλλες φορές συνθηκολογούν με αυτό τον τρόπο και τότε βλέπουμε τον Αντρέα Παπαντρέου να βγάζει το μπουφάν και να φοράει ζιβάγκο ώσπου να φορέσει τελικά γραβάτα. Σε μια ακόμα πιο δεξιά στροφή παραμονεύει μια ακόμα πιο γελοία γραβάτα!

Η γλώσσα και έχει και απευθύνεται στο υποσυνείδητο.

 Μιλάμε με τις κινήσεις μας, τα ρούχα μας, τα μαλλιά μας, τις σιωπές μας, την μουσική. Ενας ασσύριος γράφει χιλιάδες χρόνια πριν πάνω σε ένα βράχο. Ενας writter στον γαλλικό μετρό του απαντά. Η γραφή συνεχίζεται.


  Από όλες τις γραφές, η καθημερινή «γραφή» των ρούχων είναι η εντυπωσιακή. Ένα ρούχο δεν θα υπάρχει την άλλη μέρα. Ακόμα και στον άνθρωπο των πάγων τα ρούχα του δεν θα ήταν σε καλή κατάσταση ώστε να μας δώσουν τις πληροφορίες που θέλαμε. Πως βρέθηκε εκεί; Από πού ερχόταν; Ποιος ήταν; Tα ρούχα μερικών ομάδων ιδιαίτερα είναι μια καθημερινή εφημερίδα προορισμένη όπως η μόδα να λάμψει στο παρόν. Η ιστορία της μόδας θα έλεγε όμως πολύ περισσότερο από το απομνημονεύματα του Ιουλίου Καίσαρα.

 Παρότι τα ρούχα και ότι φοράμε, τα φορέματα δεν είναι ασφαλής πηγή –αφού δεν διατηρούνται στο χρόνο- μπορούμε να βγάλουμε φοβερά συμπεράσματα από τα ονόματα των ρούχων που διασώζονται μέσα στο χρόνο, όπως με τις αρχαιοελληνικές παντούφλες που είναι τελικά περσικές!


Η αρχαία ελληνική γλυπτική έδωσε πολλά στον κόσμο όχι βάζοντας τόσο ρούχα στα αγάλματα της όσο αφαιρώντας ώστε η αφή, το γυμνό σώμα να συναντήσει την αισθητική της ελευθερίας και τα χέρια να φτιάξουν μια δημο-κρατία στην οποία οι πολίτες άγγιζαν τους ηγέτες τους και πολλές φορές τον εξοστράκιζαν.
 
 Αν οι λέξεις που χρησιμοποιούμε δίνουν περισσότερες πληροφορίες για τον πολιτισμό μας, τα  ήθη μας, την οικονομική μας κατάσταση τότε η γλώσσα των «φορεμάτων», ρούχων, παπουτσιών κλπ. είναι αφοπλιστικά ειλικρινείς.


ΕΡΕΥΝΑ


Τα ρούχα και το έριον

  Αν θέλουμε να βρούμε ρούχα στη μια ή την άλλη γλώσσα  θα πρέπει  να βρούμε πρώτα μαλλί! Το μαλλί υπάρχει στα λινά υφάσματα, υπάρχει στα μαλλιά μας και στις μπούκλες τους αλλά υπάρχει και στα πανάρχαια  λάναρα που το υφαίνουν Πηνελόπες δηλαδή υφάντρες.

 Το μαλλί δεν υπάρχει όμως στα πρόβατα από τα οποία θα πρέπει να προέρχεται. Στα πρόβατα αλλά και τα αρνιά και ιδιαίτερα στα ερίφια θα βρούμε αν ψάξουμε όμως εύκολα έριον.

 Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως τα ρούχα,  ο ράπτης, η ραφίς, η ραπτική ακόμα και η πρετ α πορτέ έχουν κοινό γράμμα το ρ που δεν είναι άλλο από ρ των προβάτων τα οποία προϋπάρχουν των ραπτών.

Χωρίς τα πρόβατα μάλλον δεν θα υπήρχε ούτε έριον ούτε ραπτική.

 Προϊόν ραπτικής είναι τα φορέματα, τα dress, τα ρούχα, τα ράσα και τα ράματα. Δεν χρειάζεται μεγάλη δυσκολία για να βρούμε έριον σε λέξεις όπως μπέρτα, κα(μ)παρτίνα. σαρίκι,  γραβάτα και ζαρτιέρα, εσάρπα.

 Όπως θα δούμε ακόμα και όταν δεν υπάρχει έριον στα φορέματα θα υπάρχει  μαλλί όπως στα λινά υφάσματα, την χλαμύδα, το πουλόβερ –που περιέχει και το πλέξιμο-  το φουλάρι, το καλσόν που καλύπτει και την κελεμπία!

  Αν οι υποψίες μας αποδειχτούν βάσιμες τότε πρόκειται για ένα θαύμα, μια πλεκτάνη της γλώσσας ή ένα μυστήριο ανεξήγητο.

 Στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος φτάνει στην Σπάρτη για να βρει τον Μενέλαο, τον βασιλιά. Να μάθει αν ζει ο πατέρας του. Πέφτει με τον συνοδό του το Πεισίστρατο στους γάμους των παιδιών του Μενέλαου. Δεν λέει ποιος είναι. Ξαφνικά όταν ο βασιλιάς που άρχισε τον Τρωικό Πόλεμο για να φέρει πίσω την γυναίκα του μιλάει για τον πατέρα του Τηλέμαχου.

 Θα τον κλαίει ο πατέρας του και η εχέφρων Πηνελόπη,λέει και  ένα δάκρυ κυλάει από βλεφάρων χάμαδις .

 Ο γιος του Οδυσσέα σκουπίζει τα μάτια του με την πορφυρή του χλαίνη.
 Τότε από τον μυρωμένο της θάλαμο βγήκε η Ελένη. Η γνωστή μας η Ωραία Ελένη, ίδια η χρυσηλάκατη Αρτεμις.  Η Αδρήστη της έβαλε μια ωραία πολυθρόνα και η Αλκίππη της έφερε έναν τάπητα μαλακού ερίοιο.

 Η Αλκάνδρη η δάμαρ, η συνευνή αν θέλετε η γκόμενα του Πολυβίου της Θήβας της είχε χαρίσει ένα πανέρι. Αυτό έφερε η Φυλώ η αμφίπολος, η δούλη,  στην Ελένη. Ηταν γεμάτο νήμα ομορφοδουλεμένο, ιοδνεφές είρος, δηλαδή μαλλί μενεξεδένιο.

 Αυτό το είρος, το έριον δεν είναι άλλο από το hair, τα μαλλιά των σημερινών άγγλων, το σκανδιναβικό har το γερμανικo-δανικό haar!

 Μην αναρωτηθείτε πως βρέθηκε το μαλλί που έγνεθε στην Σπάρτη η Ωραία Ελένη στην Σκανδιναβία. Τα μαλλιά του Οδυσσέα σε άλλο σημείο της Οδύσσειας (Δ 150) είναι χαίται! Αυτές οι haiτες με ένα r υπάρχει στο άγριο, το κατσαρό μαλλί, το έριον, τις τρίχες θα φτάσουν ως την Βρεττανία χιλιάδες χρόνια μετά  ως hair. Ένα αγριοβότανο, η αγριάδα θα ονομαστεί  hair grass. O τρίχινος χιτώνας των ασκητών hair shirt που σημαίνει όμως ακόμα αυτό που έχουν οι μοναχοί: κρυφό μαράζι.


 Στην Οδύσσεια ξανά (Σ  314) ο Οδυσσέας έχει γυρίσει στην Ιθάκη, έχει αναγνωριστεί από τον Τηλέμαχο αλλά είναι ντυμένος ως ζητιάνος και τον περιπαίζουν. Τον δουλεύουν. Ετοιμάζεται να εξοντώσει με τον Τηλέμαχο τους μνηστήρες που στέλνουν δώρα στην Πηνελόπη πιέζοντας την να διαλέξει κάποιον για άντρα της. Εκείνη, πάει στο δωμάτιο της όπου την περιμένουν τα δώρα και οι μνηστήρες ανάβουν φωτιές και το ρίχνουν στο χορό και την ιμερόεσσαν αοιδήν, το γλυκό τραγούδι. Περιμένουν το βράδυ.

 Ο Οδυσσέας το βράδυ είναι με τις δούλες γύρω από μια φωτιά με δαδιά. Αυτές τον πειράζουν καθώς του αναδεύουν την φωτιά. «Είρια πείκετε χερσί» τους λέει που σημαίνει « δεν πάτε παραπέρα να πλέξετε;” Kαθώς ο Οδυσσέας είναι ντυμένος ζητιάνος οι τολμηρές δούλες τον πειράζουν αμοιβηδίς, πότε η μία και πότε η άλλη.

 Η Μελανθώ, μια καλλιπάρηος, ωραιομάγουλη, μισγέσκετο και φιλέεσκε με τον Ευρύμαχο, δηλαδή τραβολογιόταν  με ένα από τους μνηστήρες . Η Μελανθώ λοιπόν, την είπε άσχημα στον Οδυσσέα (αισχρώς ενένιπε). Τον είπε ξεμωραμένο και ξεδιάντροπο, και να πάει αλλού να κοιμηθεί γιατί θα βρεθεί κανένας να τον πετάξει έξω μες τα αίματα.

Ο πολήμυτις Οδυσσέας την κύτταξε υπόδρα και της είπε: “ή τάχα Τηλεμάχω ερέω, κύον, οι’ αγορεύεις, κείσ’ ελθών, ίνα σ΄αύθι δια μελεϊστί τάμησιν” που μπορεί και να σημαίνει. “Τώρα θα δεις σκύλα, πάω στον Τηλέμαχο να του πω τι λες να σε κάνει κομματάκια”. Πράγμα που τις έκανε να τρομάξουν και να φύγουν.

Το γεγονός ότι οι δούλες γελάσαν μετά από αυτό που τους είπε ο Οδυσσέας κοιττάζοντας η μία την άλλη μπορεί και να σημαίνει πως είπε κάτι κακό, δηλαδή σαν “πήγαινε να παίξεις με την ρόκα σου”. Αλλωστε η κατάσταση είναι τεταμένη και οι βρισιές έρχονται και πάνε. Λίγο αργότερα ο Ευρύμαχος θα τον βρίσει θυμωμένος.

Το έριον ή αν θέλετε το hairιον, που υπάρχει όπως είδαμε στα φορέματα φαίνεται να έχει μια ουσιαστική διαφορά από τον μαλλόν, το μαλλίον που είναι πιο …μαλακό! Το έριον, η έρις, η Ερινύς περιέχουν την οργή του ρ την σκληρότητα της τρίχας του τράγου και του κριού που δεν είναι μαλακές όσο οι μπούκλες.

 Τόσο οι μπούκλες όσο και η κάλτσες αλλά και η κελεμπία, το καλσόν και τα ρούχα που καλύπτουν θα μας οδηγήσουν μέσα από τον απίστευτο – και διεθνή- συνειρμό της γλώσσας στην κλωστή και από κει στο ρήμα κλώθω που σημαίνει γνέθω από όπου και το γνέμα, το νήμα από το οποίο προέρχονται τα ενδύματα. Αλλωστε όταν ντύνουμε καλύπτουμε κάτι.

 Το ντύσιμο υπάρχει στο ντress αλλά με περισσότερη σαφήνεια υπάρχει το κλώθω στα αγγλικά cloth-s! Tα ρούχα ως  καλλύμματα θα βρεθούν στην γερμανικής ως kleidurg, στην σουηδική ως klader, την δανική ως klaedning και την νορβηγική ως klending. H Κλωθώ, κλώθει όπως η κλώσσα  το νήμα, την κλωστή της ζωής! Είναι μία από τις τρεις Μοίρες και γνέθει το παρόν όπως η Λάχεσις όσα έλαχαν σο παρελθόν και η Ατροπος όσα δεν γνωρίζουμε,  τα μέλλοντα.

  Το μαλλίον μαλλάσεται και είναι μαλακό. Η μαλακία είναι η μαλακότης αλλά και το αναφλάν –μαλλάσειν- το αιδοίον. Αυτή την μαλακότητα θα την βρούμε και στην γαλήνη της θάλασσας που είναι επίσης μαλακία και μαλακιά.

  Το μαλάκιον ή μαλακόν είναι απαλό ρούχο. Αυτή η απαλότητα υπάρχει στα λινά ρούχα, την χλαίνη, την χλαμύδα αλλά και το σλιπ, την φανέλλα τις κάλτσες, το κολάν.

 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι πως οι λέξεις μάλα, μάλιστα, μάλλον έχουν την έννοια του πολύ με τον ίδιο τρόπο που το αχώριστο μόρον ερι- επιτείνουν, μεγαλώνουν την έννοια των λέξεων στο οποίο προστίθεται ερι-τιμος, εριθηλής, ερικυδής (έχων μεγάλη δόξα) , εριβρεμέτης, ο Δίας όταν θυμώνει και βροντάει με δύναμη.

 Την σκληρότητα, την σφοδρότητα και την αγριάδα, την τραχύτητα του ερίου θα την συναντήσουμε και σε λέξεις όπως ο έριθος, ο εργάτης, ο γεωργός. Ερινο είναι ο άγριος βασιλικός. Ερινεός η αγριοσυκιά .

  Η έρις υποκρύπτεται και στην λέξη έρως που δεν είναι μια απλή αγάπη ή θέληση που υπάρχει στην φιλία και το φιλώ αλλά σφοδρό, ένθερμο πάθος κυρίως σαρκικό.

 Ο έρως είναι υπερβολική χαρά στον Αίαντα του Σοφοκλή και ανίκητος στην Αντιγόνη. Στον Αισχύλο (Χοηφόροι 600) υπάρχει ένας θηλυκρατής απέρωτος έρως  που μπορεί και να σημαίνει πως “της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος”, αφού “ο πόθος, ο έρωτας της γυναίκας είναι απέρωτος.

  Ακόμα και το ρήμα ερώ θα πρέπει να σημαίνει πιο δυνατή, έντονη ομιλία από το ομιλώ ή τα λέγω.

 Από μαλλί ήταν και οι χιτώνες των ελλήνων που φορούσαν κάτω από την χλαίνη. Η χλαίνα ήταν πιο βαρύ ρούχο μανδύας, πανωφόρι. Στην Οδύσσεια (Ε232) η Καλυψώ χαίρεται τον έρωτα με τον Οδυσσέα σε μια σπηλιά πριν εκείνος φύγει. Όταν έρχεται η ροδοδάχτυλη αυγή ο ο Οδυσσέας φόρεσε τον χιτώνα του και την χλαίνη του και κείνη έννυτε αργύφεον φάρος, ένα μακρύ άσπρο φόρεμα, λεπτό και χαρίεν με ζώνη στη μέση και χρυσή καλύπτρην εφύπερθε στο κεφάλι, ένα είδος μαντηλιού από λεπτό ύφασμα που έπεφτε στους ώμους και λεγόταν και κρήδεμνον.

 Η ζώνη πρέπει να ήταν από δέμα διακοσμημένη με χρυσά στολίδια και φούντες. Αργότερα θα τον ξεπροβοδίσει (Ε 264) λούζοντας τον και ντύνοντας τον με είματα θυώδεα, ρούχα μυρωδάτα.

 Στον αποχαιρετισμό του έδωσε και το μαντήλι της, το κρήδεμνον, τον κεφαλόδεσμο που έδενε την κάρα της, να το δέσει κάτω από το στήθος του. Την ίδια περίπου στιγμή στην Ιθάκη η Πηνελόπη έβγαινε στον εξώστη του παλατιού της μπροστά στους μνηστήρες με μια υπηρέτρια δεξιά και μία αριστερά της άντα παρειάων σχομένη λιπαρά κρήδεμνα, αφού έβαλε μπροστά στο πρόσωπο της –σαν φερετζέ- το μαντήλι της.

 Τα κρήδεμνα τα φορούσαν οι υψηλής τάξεως γυναίκες και κάλυπταν με αυτό το πρόσωπο τους όταν έβγαιναν από το σπίτι. Ένα τέτοιο ρίχνει η θεά Ινώ για να σώσει τον Οδυσσέα από  πνιγμό (Ε 346). Όταν ο Οδυσσέα φτάνει στο νησί των Φαιάκων, λιγο πριν συναντήσει την Ναυσικά κοιμάται γυμνός, ξεβρασμένος από τα κύμματα. Λίγο πιο πέρα η Ναυσικά και οι δούλες της πετάνε τα κρήδεμνα τους για να παίξουν …μπάλα, να παίξουν δηλαδή σφαίρα.

 Η χλαίνα ήταν τετράγωνη σαν κάπα. Ηταν αλεξάνεμος. Την φορούσαν οι άντρες. Την φορούσαν στον ώμο και την συγκρατούσαν με μία περόνη. Πρέπει να αξίζει πολλά γιατί ήταν έπαθλο σε αγώνες. Λέγεται κι αυτή φάρος. Χρησίμευε και ως σκέπασμα. Η χλανίς ήταν πιο λεπτή και ο τρύβων πιο άγριο. Η χλαμύδα ήταν πιο κοντή, στρατιωτική στολή. Η κατωνάκη ήταν από δέρμα ζώου. Η laena είναι μάλλον η ετρουσκική χλαίνη.

Ο χιτών ήταν ανδρικό μακρύ, μέχρι τα πόδια, πουκάμισο και ο πέπλος γυναικείο. Ο ιωνικός χιτώνας ήταν από λίνο και τον φορούσαν και οι γυναίκες, αλλά έπαψε να φοριέται από άντρες την εποχή του Περικλή. Ο δωρικός ήταν μάλλινος και ήταν αμφιμάσχαλος, αλλά οι φτωχοί και οι δούλοι φορούσαν ετερομάσχαλο, εξωμίδα. Τον φορούσαν και οι Σπαρτιάτισσες.
 Σύμφωνα με μια  ερμηνεία του χιτώνα στην αγγλική (robe) θα πρέπει να υποθέσουμε  ότι ο χιτώνας είναι η ρόμπα των αρχαίων ή η ρόμπα των άγγλων είναι ο σημερινός χιτώνας!


*  Τα πρόβατα και τα ερίφια περιέχουν έριον όπως και οι κριοί , οι τράγοι και τα αρνία. Ένα μακρυνό ταξίδι θα μας οδηγήσει στην σανσριτική λέξη ur-anas που σημαίνει πρόβατα και ur-na που είναι το έριον.

 *  Στην γοτθική τα πρόβατα φαίνεται να βελάζουν (vulla). Tόσο αυτή όσο και λιθουανική vil-na, η λατινική vell-us και η σλαβική vlu-na έχουν άμεση σχέση με τους βλάχους και τους φελλάχους. Ενδιαφέρον το ταξίδι στην αγγλική wool αλλά και στην αρχαιοελληνική βληχητά για τα πρόβατα τα  οποία βληχάονται.

 * Ενδιαφέρων και ο συσχετισμός της σλαβικής ruo με την ιαπωνική irui. Tα ρούχα των σέρβων είναι saty. Των αράβων  και των εβραίων μαλακά malabis)! 


*   To σουβρίκιον είναι το τσεμπέρι, η subricula. Eνα επανοκαλλυμαύχιον εξωτερικό πέπλο. Ονομαζόταν σουβρικοματοφόριον. Σουβρικοπάλλιον είναι εσθής εξωτερική.. Λέγεται και σουρικοπάλιον και δεν είναι μακρυά από το …σαρίκι!



 Το σόλιον είναι εμβάς παντούφλα, σανδάλιον –δες και τα  shoes. Σολίτης ο έμπορος και σολίνος είδος παπουτσιού.

* Κι ακόμα οι κάλτσες, τα socks σε πολλούς λαούς μπερδεύονται με τα παπούτσια και στα γιντις με τα σκαρπίνια (skarpetke).

* Η ελληνική καλτσοδέτα είναι ζαρτιέρα πολλών λαών, μια ζώνη δηλαδή αλλά οι εβραίοι ίσως την μπερδεύουν με τον μπερέ (birit). Παρόμοια παρανόηση μπορεί να γίνει και με τις κάλτσες που είναι ελληνικές καλύπτρες ποδιών αλλά σε μια σύγχυση με την καλύπτρη μπορεί να αντιληφθούμε πως οι κάλτσες φοριούνται στο … κεφάλι.


 * Panus στην λατινική, pona στη σλαβική, πάνιον στην ελληνική  σημαίνει ύφασμα. Πηνίζομαι σημαίνει υφαίνω. Η φανέλα είναι ύφασμα, πανί.

Πηνίζομαι σημαίνει μασουρίζω  και πηνέλοψ λεγόταν το νήμα με  προφυρές γραμμές. Η γυναίκα του Οδυσσέα,  η κόρη του Ικαρίου δεν ήταν μόνο πιστή γυναίκα. Ήτανε και καλή στο  ...μασούρι! Τα πανιά καλύπτουν και έτσι εξαπατούν για να μας οδηγήσουν στην πηνίκη, την φενάκη, ενώ το υφαίνω με ένα τροπο ποιητικό θα μας οδηγήσει στην υφή και το ύφος αφού τα υφάσματα και τα υφάδια δεν περιγράφουν το υλικό αλλά την διαδικασία, την τέχνη, την στροφή που κάνει το αδράχτι.

  Όπως η Κλωθώ υφαίνει το πεπρωμένο, η υφάντρα την κλωστή, έτσι η κλώσσα επωάζει, γεννά, ετοιμάζει τα παιδιά της, τους κλώνους της. Οσο και αν φαίνεται απίστευτο η κλώσσα, η κλίνη, το κλάμα μπορούν να συνδεθούν με μια λεπτεπίλεπτη κλωστή που μπορεί να φτάσει ως τα κόπελλα, τα αιδοία που γεννούν και την κοπέλα.

 Τα κλήματα που καλλιεργεί ο κλάστης, ο αμπελουργός είναι κι αυτά γεννήματα, έχουν κλαδιά, είναι κλώνοι! Να που βρισκόμαστε στα ίχνη του Καλού αφού τόσο τα γεννήματα είναι καλά, όσο και οι φράσεις καλή μου, καλέ μου, το καλό μου. Αλλωστε το ρήμα καλώ δεν σημαίνει τίποτε άλλο από το καλώ να έλθει. Μια ανεξήγητη δύναμη συγκεντρώνουν την ιδιαίτερη ενέργεια του κ+λ που κάνει τόσο την κάλτσα, όσο και την καλύπτρα αλλά και την καλύβη ή καλιά να καλύπτουν όπως η κλώσσα.



ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
 'Ό,τι φοράμε συνήθως δεν είναι ελληνική λέξη.  Ιδιαίτερα όταν το ρούχο δεν είναι ελληνικό.
Και μια παρατήρηση συγκλονιστική

 Τα ονόματα των ρούχωνκαι των παπουτσιών συνήθως σε όλες τις γλώσσες περιέχουν το ρ που υπάρχει στο έριον, το π που υπάρχει στο πανί ή το λ που υπάρχει στο μαλλί! Δείτε μερικές ενδεικτικές σλιπ, σλιπάκι, φανέλλες και μποξεράκι, παντελόνια, γραβάτες, τιράντες, παλτά, κυλόττες, μπλούζες, παλτά, καπαρτίνες, κάλτσες, ζαρτιέρες, φουλάρια, κασκόλ, σάλι, εσάρπα, φράκο, ζακέρτες, κορσέδες, μπέρτα, μπερές, ρόμπα, γαλότσες, τσόκαρα, βέλο, τι-σερτ, μπλέιζερ, καλσόν, κολάν, στράπλες, μοντγκόμερυ, ταγιέρ, ρεντιγκότα, σκαρπίνια, τσεμπέρι, κελεμπία, τσουρέπια, σαρίκι,  φερετζέ, πελερίνα.