Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Τσε Γκεβάρα- Η έλξη του Θανάτου

Τσε Γκεβάρα

Η έλξη του Θανάτου

-

Ξεφυλλίζω το βιβλίο «Τσε- Εικόνες μιας ζωής» των Φερνάντο Ντ. Γκαρσία και Οσκαρ Ολα. Χαζεύω φωτογραφίες από το οικογενειακό άλμπουμ. Ο Τσε καβαλάρης. Ο Τσε ινδιάνος με παιδική ασπίδα και αποφασιστικό βλέμμα. Ο Τσε με τα αδέλφια του. Την Σέλια , τον Ρομπέρτο, την Ανα Μαρία, τον Χουάν Μαρτίν.Η «Νεγρίτα». Η πρώτη αγάπη. Ο Τσε με τον Ρομπέρτο πάλι ινδιάνος σηκώνει το παιδικό του τσεκούρι. Εκδρομή στην Κόρδοβα. Αποφασιστικός ερασιτέχνης πιλότος. Φοιτητής Ιατρικής σε μάθημα ανατομίας.

Ισως δεν είχε καταλάβει πως το πτώμα θα ήταν το δικό του. Η μήπως το ήξερε πάντα; Στο λεπροκομείο του Σαν Πάμπλο, πάνω σε μια σχεδία, δώρο των λεπρών. Με την Ιλντα. Αντάρτης στην Σάντα Κλάρα. Εδώ η Αλέιιντα, προσφέρει ένα σαπούνι τουαλέτας στον Τσε. Με τον Σάρτρ και την Σιμόν Ντε Μπωβουάρ. Με τον Μάο.

Μια νεαρή κορεάτισσα δοκιμάζει τα χορευτικά ταλέντα του κομαντάντε. Ο υπουργός κουβαλάει σάκκους. Ολοι κάθονται σύμφωνα με τους τύπους εκτός από τον Τσε που κάθεται πάνω στον πάγκο. Με την κόρη του Αλειντίτα. Ταλαιπωρημένος με δεμένος χέρια πριν εκτελστεί σε ένα πλυσταριό. Σκέφτομαι πως ο Τσε, που σημαίνει κάτι σαν «ρε», έχει φωτογένεια, όταν εμφανίζεται με τον μπερέ με τον αστέρι ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα.

Βρισκόμαστε κάπου στην Αργεντινή σε ένα γαλλικό μπαλκόνι σε ένα διώροφο σπίτι. Ο Τσε, φέρνει και πίνουμε «ματέ». Προσπαθώ να είμαι αδιάφορος και ανοίγω το κασετόφωνο.

- Σύντροφε Τσέ, από που ήρθατε; Ποιά είναι η καταγωγή σας;

- Oι γονείς μου είναι ο Ερνέστο Γκεβάρα Λίντς και η Σέλια Ντε Λα Σέρνα. Ενας μποέμ και μία άθεη. Από την γενιά του πατέρα μου υπάρχει ένας προπάππος αντιβασιλέας της Νέας Ισπανίας. O γιός του έκλεψε την μνηστή του στη Λουιζιάνα. Οι Γκεβάρα θα πρέπει νά φτασαν στο Ρίο Ντε Λα Πλάτα τον 18ο αιώνα. Μετά όταν όλοι κυνηγούσαν τον χρυσό πρέπει να πήγαν για λίγο στην Καλιφόρνια. Ο παππούς μου ο Ρομπέρτο γεννήθηκε στη Βόρεια Αμερική, παρότι αργεντίνος. Παντρεύτηκε την Ανα Λιντς μια ιρλανδή. Ενας από τους Λιντς ήτανε μεγαλοτσιφλικάς, ξέρεις. Ο Ρομπέρτο ήταν γεωγράφος. Ενας πρόγονος της μητέρας μου ήτανε αντιβασιλέας στο Περού. Η μητέρα μου πρώτη οδήγησε αυτοκίνητο και έκοψε τα μαλλιά της παρότι έβγαλε σχολείο θάλεγα για καλόγριες, καθολικό στο Μπουένος Αύρες.

- Αριστοκράτες!

- Ξεπεσμένοι, λίγο. Η μητέρα μου είχε κάποια χτήματα. Ο πατέρας καλλιεργούσε ματέ, αλλά δεν πήγαινε καλά.

- Τι θυμάστε ως παιδί;

- Θυμάμαι τον εαυτό μου ντυμένο ινδιάνο, την αδελφή του την Σέλια και τα κορδοβέζικα γαιδουράκια, που καβαλούσαν οι τουρίστες. Και άλογα. Η μαμά μας ανέβαζε πάνω στο άλογο. Ο μπαμπάς δεν ήθελε αναβολείς κι έτσι έμαθα να ιππεύω χωρίς αναβολείς. Είχα και ένα μικρό ποδηλατάκι. Πιο πολύ από όλα θυμάμαι τις ενέσεις. Είχα από μικρος άσθμα και έτσι δεν πήγα σχολείο όλα τα χρόνια. Μούκανε μάθημα σπίτι η μαμά.

- Είχατε μάθει να πυροβολείτε από πέντε χρονών;

- Ναι, έμαθα να ιππεύω και να πυροβολώ. Αλλά περνούσα πιο πολλές ώρες σπίτι λόγω άσθματος διαβάζοντας Ιούλιο Βερν και παίζοντας σκάκι. Επαιζα και ράγκμπυ. Στο σπίτι με φώναζαν Τετέ και Ερνεστίτο, αλλά όταν πήγαινα στο γήπεδο φώναζα δυνατά: «Στη μπάντα, έρχεται ο Σέρνα».

-Είναι αλήθεια ότι κάνατε μπάνιο μέσα σε παγωμένο νερό για να μη πάτε στρατό;

- (Γελάει). Ναι, ήτανε το 1946. Είχε πάρει πλειοψηφία ο Περόν. Πήρα αναβολή και ένα χρόνο μετά έπρεπε να ξαναπάω. Τότε έκανα μπάνιο μέσα σε παγωμένο νερό και η κρίση άσθματος με απάλλαξε!

-Πως βρεθήκατε στην Ιατρική;

- Hταν να γίνω μηχανικός, αλλά όταν αρρώστησε η γιαγιά μου, αποφάσισα να σπουδάσω Ιατρική στο Μπουένος Αίρες.

- Τότε κάνατε το περίφημο ταξίδι με την μοτοσυκλέτα.

- Οχι, αργότερα. Το 1951 ξεκινήσαμε από την Κόρδοβα και φτάσαμε Χιλή, Περού, Κολομβία, Βενεζουέλα. Στο δρόμο η μηχανή μας εγκατέλειψε.

- Αλήθεια, πως προέκυψε αυτό;

- Hταν ένα πρωί του Οκτώβρη. Είχα πάει στη Κόρδοβα και πίναμε ματέ κάτω από την πέργολα στο σπίτι του Γκρανάντο. Μόλις είχε φύγει από το λεπροκομείο της Ποντερόζα και παραπονιόταν. Και γω είχα χάσει την δουλειά μου, αλλά εγώ το απολάμβανα. Είχα μπουχτίσει από την Ιατρική, τις εξετάσεις, τα νοσοκομεία. Ηταν όνειρο να ανακαλύπτεις τον Ατλαντικό και να ανοίγουν ατέλειωτοι δρόμοι προς όλα τα σημεία του κόσμου, καθώς το φεγγάρι πέφτει καταπάνω στην θάλασσα και την κάνει να βγάζει ασημένιες ανταύγειες. Η θάλασσα, ξέρεις, ήταν για μένα μια φίλη, ένας έμπιστος φίλος που σ’ ακούει χωρίς να μιλάει και σε συμβουλεύει με ένα βουητό που ο καθένας το παίρνει όπως θέλει.

-Είναι αλήθεια ότι πήρες μαζί σου και το όπλο σου;

- Ναι. Ενα 38άρι Smith & Wesson. Μέσα σε οχτώ μήνες γυρίσαμε πέντε χώρες. Η μηχανή ήταν εγγύηση ότι δεν θα είμασταν αστοί τουρίστες, αλλά ταξιδιώτες. Ηταν ένα προσκύνημα. Το σύμπαν λικνιζόταν, η φωνή της θάλασσας ακούγονταν καθαρά....

- Κι η μηχανή τάπαιζε!

- (Γέλιο). Είχαμε πολλλές περιπέτειες. Ταξιδεύαμε με άδειες τσέπες, με την περηφάνια του φτωχού! Μια φορά ψαρέψαμε μια πέστροφα, την άλλη τρώγαμε κεράσια, μια φορά που είχαμε μόνο μια κονσέρβα και ένα κομμάτι τυρί, είδαμε ξαφνικά μια πάπια να πετά στην λίμνη. Ο Αλμπέρτο υπολόγισε καλά και σε λίγο τρώγαμε μια πάπια ψητή! Ενα βράδυ χαθήκαμε στον βάλτο κι ο δασοφύλακας μας έδωσε τομάρια να κοιμηθούμε. Την άλλη μέρα δουλέψαμε σε μια ψησταριά για δέκα πέσος. Υστερα πήραμε τον δρόμο των εφτά λιμνών. Κάπου εκεί διαπιστώσαμε πως υπήρχε μια τρύπα στο λάστιχο. Ενας αυστριακός μοτοσυκλετιστής μας φιλοξένησε και μας είπε να προσέχουμε. Στην περιοχή κυκλοφορούσε ένα ...χιλιανό λιοντάρι. Κοιμήθηκα με το περίστροφο στο μαξιλάρι. Λίγο πριν χαράξει με ξύπνησε ο θόρυβος από νύχια που έξυναν την πόρτα! Ο Αλμπέρτο είχε χάσει την φωνή του από τον φόβο του. Το ένστικτο έδιωξε την λογική. Οταν είδα δύο φωσφορίζοντα μάτια πυροβόλησα. Μια γυναίκα άρχισε να ξεφωνίζει υστερικά. Ηταν ο σκύλος της!

-«Και να που νιώθω κιόλας να κυμματίζουν οι βαθειές μου ρίζες γυμνές και ελεύθερες». Σας θυμίζει κάτι;

-Eίναι από το ημερολόγιο που κρατούσα στο ταξίδι.

- Είχατε γίνει και θέμα σε μια εφημερίδα.

- Ναι. Είχε γράψει: «ΔΥΟ ΑΡΓΕΝΤΙΝΟΙ ΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΛΕΠΡΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΣΧΙΖΟΥΝ ΜΕ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑ ΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗ».

- Κάπου εκεί η μοτοσυκλέτα τελείωσε την αποστολή της!

- Χωρίς αστεία, είναι πρόβλημα να περπατάς με τα πόδια στην έρημο! Μια ομάδα σιδηροδρομικών μας προσέλαβαν για το ματς με αντάλλαγμα φαϊ, στέγη και μεταφορά. Είχαμε δει το Νησί του Πάσχα και είμασταν στο Περού. Είδαμε την Γη των Ινκας, το Μαχού Πίχου και τραβήξαμε προς τον Βορρά. Ολο και κάποια σπλαχνική πηγή μας λυπόταν για την κατάντια μας και τρώγαμε κάπου κάπου! Στη Λίμα παρακολουθήσαμε ταυρομαχίες. Στο Εκουαδόρ την φτώχεια. Στο Σαν Πάμπλο πήγαμε στο λεπροκομείο. Κολομβία, Βολιβία, Γουατεμάλα, οχτώ χώρες.

- Τι σας έμεινε από το ταξίδι;

- Eνα μίσος για τους ιμπεριαλιστές. Ορκίστηκα στον γερο-Στάλιν να δω εξοντωμένα αυτά τα γλοιώδη υποκείμενα.

- Πιστεύατε στον Στάλιν;

- O Στάλιν και ο Μάο ήταν για μας ήρωες.

- Κάπου τότε παντρευτήκατε;

- Παντρεύτηκα και γεννήθηκε η Ιλντίτα.

- Πως γνωρίσατε τον Κάστρο;

- Γνώρισα πρώτα τον αδελφό του τον Ραούλ στο Μεξικό στο σπίτι της Μαρίας Γκοντζάλες που φιλοξενούσε εξόριστους κουβανούς. Το 1955 ο Φιντέλ είχε ήδη μεγάλη φήμη. Η πρώτη συνάντηση με τον Φιντέλ έγινε τότε με μια συζήτηση έναν Ιούλιο που άρχισε βράδυ και τέλειωσε ξημερώματα. Ενα μήνα μετά παντρεύτηκα. Περίμενα να γεννηθεί η Χιλντίτα όταν είπα στον Φιντέλ ότι μπαίνω στην ομάδα του κι άρχισα εκπαίδευση σε ένα αγρόκτημα κάπου στο Μεξικό.

- Εννοείς ότι μπήκες στην Επανάσταση, όταν παντρεύτηκες Συνήθως συμβαίνει το αντίθετο! Οταν αρχίζει ο γάμος τελειώνει η επανάσταση.

- Δεν ήμουνα φτιαγμένος για γάμο. Ο γάμος ήταν καταστροφή για μένα. Οσο και αγαπούσα την κόρη μου δεν μπορούσα να ζήσω με την Ιλντα. Είχα αποφασίσει να συνεχίσω την μποέμικη ζωή. Ηθελα να ζήσω σαν περιπλανωμένος ιππότης και να αφήσω τα αμαρτωλά μου κόκκαλα κάπου στην Αργεντινή. Κάπου τότε αποφάσισα πως δεν είμαι Χριστός, ούτε φιλάνθρωπος. Θα αγωνιζόμουν με όποιο όπλο έβρισκα, αντί να αφήσω να με καρφώσουν στο σταυρό

- Υπάρχει μια φωτογραφία σου με τον Κάστρο σε ένα κελί.

- Η μεξικάνικη αστυνομία είχε συλλάβει όλα τα μέλη του κινήματος M-26 και μένα. Απελευθερώθηκα και το 1956, 25 Νοέμβρη ογδόντα δύο άτομα με το πλοίο Γκράνμα που είχε αγοράσει ο Φιντέλ αποβιβαστήκαμε στην Κούβα, μέσα σε καταιγίδα. Δεν ήταν βέβαια απόβαση, αλλά ναυάγιο. Λάθος τόπος, λάθος συνθήκες, λάθος χρόνος.

- Ας είμαστε ρεαλιστές, ας ζητάμε το αδύνατο!

- (Γέλιο). Ακριβώς! Η απόβαση είχε γίνει σε ένα έλος σε μια περιοχή χωρίς κατοίκους. Η Σιέρα Μαέστρα είχε χωρικούς που δεν έπρεπε να εμπιστευόμαστε κι έτσι για να επιβιώσαμε κυνηγούσαμε και ψαρεύαμε.

- Ωσπου κάποιος χωρικός σας είδε και σας πρόδωσε

Ειδοποίησε τις αρχές και μας επιτέθηκαν μέσα στα ζαχαροκάλαμα. Σκοτώθηκαν είκοσι. Εγώ τραυματίστηκα. Σκορπιστήκαμε. Εγώ ήμουνα με μια ομάδα οχτώ ανταρτών με επικεφαλής τον Χουάν Αλκμέιδα Μπόσκε, τον νέγρο.

Τότε, λένε, ανάμεσα σε ένα σακίδο με φάρμακα και τα πυρομαχικά διαλέξατε να πάρετε μαζί τα πυρομαχικά.

- Ημουνα ο υπεύθυνος υγείας της ομάδας, αλλά αποφάσισα να πάρω τα πυρομαχικά. Είμασταν εξαθλιωμένοι κι όταν μπορέσαμε να συναντήσουμε τους άλλους είχαμε μείνει μόνο είκοσι ζωντανοί.

- Στο μεταξύ υποφέρατε από άσθμα.

- Οταν ανεβήκαμε στο Τουρκίνο στα 2.000 χιλιόμετρα ήταν κόλαση καθώς έμεινα χωρίς αδρεναλίνη.

- Τα καταφέρατε όμως.

- Ναι. Τότε σκότωσα τον πρώτο μου εχθρό. Οργανωθήκαμε καλύτερα, εγώ ανέλαβα ως λοχαγός την Τέταρτη Φάλαγγα. Στα χωριά γιάτρευα τους ασθενείς και δίδασκα την αλφαβήτα.

- -Τότε πήρατε και το περίφημο αστέρι.

- (Γελάει). Εγινα κομαντάντε. Είμαστε πια εκατον σαράμτα αντάρτες. Εχουμε απελευθερώσει μια περιοχή με διοίκηση και λαϊκά δικαστήρια. Βγάζουμε μια εφημερίδα την El Cubano Libre και έχουμε ένα μικρό πομπό. Φτιάχνουμε σχολείο, οπλουργείο, φούρνο, μια φάμπρικα για παπούτσια. Φτάνουμε τους τρακόσιους άντρες και δεκαεφτά γυναίκες. Απέναντι μας έχουμε δέκα χιλιάδες άντρες.

- Τότε γνωρίσατε την Αλέιντα.

- Η Αλέιντα ήτανε να γίνει δασκάλα, αλλά πέρασε στην παρανομία. Μια μέρα της είπα «πάω να κάνω επίθεση στο Καμπαιγουάν. Θες νάρθεις;” «Οπωσδήποτε!» μου είπε και ανέβηκε στο τζιπ με ένα σάλτο. Ηταν 1958. Πολιορκούσαμε την Σάντα Κλάρα, όταν γίναμε εραστές. Ενα χρόνο μετά μπήκαμε στην Αβάνα.

- Τότε ήρθε και η Ιλντα με την κόρη σου....

- Η Αλέιντα ήταν πια ο φύλακας άγγελος μου. Τότε είδα μετά από καιρό την κόρη μου την Ιλντίτα. Της αγόρασα μια κούκλα με έρανο. Την Αλέιντα την παντρεύτηκα τότε με κουμπάρο τον Φιντέλ.

- Αν και αργεντίνος, κομαντάτε, γίνατε το Νο 2 της Κούβας, Αρχισατε μια περιοδεία, συναντήσατε τον Νάσερ, το Νεχρού, τον Μάο, τον Χρουτσώφ, τον Σάρτρ, πήγατε στην Ιαπωνία, Κίνα, Σοβιετική Ενωση, αναλαβάτε το Υπουργείο Βιομηχανίας, την Εθνική Τράπεζα...

- (Γελάει). Οταν ο Κάστρο ρώτησε αν υπάρχει κανένας οικονομολόγος εγώ άκουσα «κανένας κομμουνιστής» και σήκωσα το χέρι!

- Από επαναστάτης τραπεζίτης!

- Δεν θα δεις πολλούς τραπεζίτες να μαζεύουν ζαχαροκάλαμα και να δουλεύουνε με φόρμα στο λιμάνι!

- Στην Κούβα έχετε πια τρίτο παιδί, είστε το αστέρι της Επανάστασης, έχετε σπίτι, σας αγαπάνε όλοι, τι σας έκανε να φύγετε; Λέγεται πως όταν κάνατε κριτική στη Σοβιετική Ενωση ως «δευτερεύοντα ιμπεριαλισμό» οι αδελφοί Κάστρο σας πέρασαν από ένα «δικαστήριο» στο σπίτι.

- (Σωπαίνει). Εφυγα για τον ίδιο λόγο που εγώ ένας αργεντίνος πήγα στην Κούβα. Πίστευα στον επαναστατικό διεθνισμό και αυτό έκανα. Ξαναπήρα το δρόμο με την ασπίδα στο χέρι.

- Ως Ραμόν Μπενίτες φτάνετε στο Κογκό, την Τανζανία και τελικά στη Βολιβία. Η Αλέιντα προσπάθησε να σας πείσει να γυρίσετε πίσω από το Κογκό.

- Επέστρεψα ινγκόγνιτο, αφού είχα πάει στην Πράγα πάλ ινκόγκνιτο. Μάλιστα είδα τα παιδιά μου ματαμφιεσμένος. Είχα κόψει τα μαλλιά και είχα ξυρίσει το μούσι. Συστήθηκα σαν θείος Ραμόν στα παιδιά μου και τα φίλησα ως φίλος του πατέρα τους.

- Δεν είδατε όμως και τον Φιντέλ Κάστρο.

- Κάνεις λάθος. Τον είδα και μιλήσαμε πολλές ώρες. Αυτός με πήγε στο αεροδρόμιο. Πήγα στην Βολιβία για να δημιουργήσουμε ένα, δύο τρία, πολλά Βιετνάμ.

- Στο μεταξύ στης ζωή σου υπάρχει η Τάνια.

- Η Τάνια και η Επανάσταση. Αν θέλεις η ανάγκη να φεύγω πάντα μακρυά. Ξέρω τι θέλεις να πεις. Πως ήμουνα αυτοκαταστροφικός ή πως ίσως το άσθμα να με έφερνε έτσι κι αλλιώς κοντά στον θάνατο. Πως περνούσα μια κρίση ηλικίας. Πως ήμουνα ανώριμος, «ατζαμής», ουτοπιστής. Ενας «Δον Κιχώτης». Η πως τελικά ήμουνα ένας «ξένος». Πως αφέθηκα να πεθάνω.

- .......

- ........

- Ενας στρατηγός είπε πως στη Βολιβία όταν σας κύκλωσαν προσπαθήσατε να φύγετε. Αν θέλατε να πεθάνετε θα μένατε.

- Νίκο, δεν προσπάθησα τίποτε. Ούτε σχεδίασα τίποτε. Απλώς από παιδί άκουγα τη φωνή της θάλασσας. Θυμάμαι μια μέρα που αποφάσισε να με αποσπάσει από τον λήθαργο που είχα χαθεί. Η αμμουδιά ήταν έρημη.Φυσούσε. Το σύμπαν χόρευε. Μια φωνή μέσα μου έδινε τον ρυθμό. Χόρευα και γω. Υστερα η φωνή της θάλασσας δυνάμωσε. Την άκουγα καθαρά. Ηταν όταν ξεκινήσαμε το ταξίδι με τον Αλμπέρτο. Οταν φεύγαμε από την θάλασσα αυτή συνέχιζε να μιλάει αδιάφορη. Οπως έκανε αιώνες. Αυτό είναι όλο.

- Κομαντάντε, σας ευχαριστώ πολύ.

- Γειά σου, σύντροφε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου